Γράφει ο Μάρκος Μπόλαρης

Της Κοκκινοπέμπτης

Έσκαγε ένα ελαφρό κυματάκι και θώπευε τα αυτιά μας ο φλοίσβος στα βότσαλα της ακρογιαλιάς,

Advertisement

είχε πεί το «δι’ ευχών» της Θείας Λειτουργίας

της Μεγάλης Πέμπτης, τω όντι μεγάλη τούτη η μέρα,

του Νιπτήρα η ταπείνωση, ει τις θέλει πρώτος είναι έσται πάντων έσχατος και πάντων διάκονος,

μαζί κι ο Δείπνος ο Μυστικός,

ξενίας Δεσποτικής αξιωθήκαμε,

αλάδωτο μετά στην τράπεζα,

κατεβήκαμε στον γιαλό,

μιά ανασεμιά ιωδίου κι αρμύρας να πάρουμε,

έχει άλλη ατμόσφαιρα η Μεγαλοβδομάδα

στ’ Αγιονόρος,

πώς να το περιγράψω, κατάνυξη να ειπώ , δεν αρκεί,

άλλο είναι, βλέπεις,

η λογική και το συναίσθημα ,

η αρματωσιά μας, εμάς, όσων που κυκλοφορούμε ευθυτενείς, εγωκεντρικοί και πάρα πολύ σίγουροι

για τον εαυτό μας,

κι άλλο είναι, στα σίγουρα,

μα θέλει ματογιάλια αλλιώτικα για να το ιδείς,

άλλο είναι το βίωμα ,

το βίωμα που δύσκολα μεταφέρεται με λέξεις ,

άρρητα πολλές φορές τα των βιωμάτων,

ρήματα άρρητα,

τούτος ο τόπος, χίλιους τόσους χρόνους αφιερωμένος στην Κυρά Παναγιά,

της προσευχής, δηλαδή , τόπος και της άσκησης,

με την σιωπή βοά ανεκλάλητα ρήματα,

κι ύστερα ο επισκέπτης,

ανύποπτος πολλάκις για τα εν σιγή δρώμενα,

αιφνιδιασμένος αναζητά λέξεις,

λέξεις για να περιγράψει τα συναπαντήματα,

της καρδιάς συναπαντήματα,

μα του λείπουν οι λέξεις,

όχι , δεν είναι αδαής, μήτε αγράμματος, μα ,

πώς, νοιώθεις αδυναμία,

πηγή υδάτων πολλών ο τόπος, μυστικών,

πώς να περιγράψεις ,

είναι άλλης τάξεως εμπειρία

η Μεγαλοβδομάδα στ’ Αγιονόρος, απερίγραπτη,

μας χαίδευε τ’ αυτιά ο φλοίσβος,

του Μυστικού Δείπνου κοινωνοί είχαμε παραληφθεί,

ου μη γαρ το μυστήριον είπω,

ου φίλημά Σοι δώσω καθάπερ ο Ιούδας,

με τον Ληστή συνταχτήκαμε ομολογούντες,

της καρδιάς τα σκιρτήματα,

αγαλλιάσεώς πρόξενος,

έσκυβε ο ιερομόναχος , νιός , τριαντάρης, Κωνσταντινουπολίτης τω γένει,

και διάλεγε βότσαλα από το περιγιάλι,

άλλα ασπριδερά κι άλλα γκριζωπά,

μερικά άσπρα με τριανταφυλλένιες γραμμές

κι άλλα πάλιν μαύρα,

τα χάιδευε με τον δείκτη του , μάζευε την αλισάχνη,

την έφερνε στο στόμα , μ’ αρμυριστεί,

διάλεγε , περπατούσαμε

δίπλα που έφτανε κι έσκαγε το κύμα,

όστρια ο άνεμος, δυό τρία μποφόρ,

από το Αιγαίο ταξιδεμένος,

από τις Σποράδες που σαν πάπιες λούζονται

στον ήλιο του Απρίλη,

νάτες, εδώ παρακάτω, ανάμεσα στον Πήλιο

και τον Γέρο Άθωνα,

γιαλό – γιαλό πορπατούσσμε , διάλεξε στο τέλος

τέσσερα βότσαλα, αιώνες τα κανακεύει το κύμα,

τέσσερα , λίγο μεγαλύτερα από πορτοκάλι, πλακουτσωτά όμως,

πόσοι αιώνες πάνε που τον περιμένανε,

μιά Μεγαλοπέμπτη, μετά τον Μυστικό Δείπνο

στης Γερουσαλήμ το ανώγεια ,

να κατέβη εκεί που σκάει το κύμα και να τα επιλέξει,

κι ύστερις ανεβήκαμε στο Μοναστήρι,

ο ήλιος του Απρίλη μαυρίζει , ο άνεμος μας δρόσιζε,

ένα καφεδάκι τούρκικο , έλεγαν οι παλιοί,

τώρα οι έρμοι οι Τούρκοι δεν πίνουν καφέ,

ένα καφεδάκι σκέτο

και στρώθηκε στην δουλειά,

στο λιακωτό του αρχαίου καστρομονάστηρο

του Δοχειαρίου , κι είναι , τούτο το μοναστήρι

των Ταξιαρχών και της Παναγιάς της Γοργοεπηκόου,

γνωστό και τις τοιχογραφίες του, εξαίρετων τεχνιτών ποιήματα, ανάμεσα στις οποίες ,

στον εξωνάρτηκα είναι κι

η τοιχογραφία του Μεγάλου Αλεξάνδρου,

του Βασιλέως των Ελλήνων,

και δίπλα του ομοία ,

η του Αυγούστου ζουγραφία,

του Βασιλέως των Ρωμαίων, έργα που

καθώς μαρτυρούν οι γραφές καλλιτεχνήθηκαν

στους χίλιους πεντακόσιους εξήκοντα οκτώ χρόνους από της του Χριστού γεννήσεως,

ήγουν μεσούσης της Οθωμανοκρατίας,

ένα τραπεζάκι στο λιακωτό,

ασημίζει το πέλαγος, μεσημέριασε, γαλήνη,

αντίς για καβαλέτο ζωγραφικής,

χρώματα , νερομπογιές και τα πινέλα,

χρώματα και χρωστήρες, η ακρίβεια της γραμμής,

του χρωστήρα η συνέπεια,

το χέρι που οδηγεί τον χρωστήρα,

το χέρι που πειθαρχεί στο μάτι ,

το μάτι που υπακούει στο σχέδιο του μυαλού ,

νούς και γαρ ορά και νούς ακούει,

μας τα έμαθαν αυτά οι Έλληνες,

στο ασπριδερό βότσαλο , αιώνες, πόσοι,

ποιός ξέρει, από καταβολής λές κόσμου,

στο λειασμένο από τα φιλιά και

τους εναγκαλισμούς των κυμάτων βότσαλο

στους καιρούς και τους χρόνους,

γραμμές τώρα μαύρες του χρωστήρα,

το περίγραμμα,

γραμμές γαλανές της θάλασσας και τ’ ουρανού,

τούτο το ασήμαντο βοτσαλάκι,

όψη αλλάζει , παρετημένο από πάντα στ’ ακρογιάλι,

πλείστα όσα αγνοημένα, εκεί,

κεραμιδί το χρώμα για τις στέγες του μοναστηριού,

μολυβί για τον τρούλο της εκκλησιάς,

χάλκινο ωσάν χρυσό για τους σταυρούς,

γκρίζες οι πέτρες, γκρίζες αποχρώςεις λογιώ λογιώ ,

ασημοπράσινο γιά τα λιόδεντρα,

βαθυπράσινο για τα κυπαρίσσια ,

πράσινο ζωντανό για τις νεραντζιές,

μαύρο για τους καλογήρους,

καμβάς έργου τέχνης το βότσαλο ,

αδρές γραμμές οι πινελιές ,

μιά βάρκα, μιά ψαρόβαρκα σχεδίασε στο τέλος,

και ψαράδες καλογήρους να σηκώνουν τα δίχτυα,

δια το ρήμα το Σόν χαλάσω το δίκτυον,

είχε πεί ολοπρόθυμος ο Πέτρος στην λίμνη

της Γενησαρέτ, δι’ όλης της νυκτός κοπιάσαντες,

πρίν καλά – καλά

να πιούμε το καφεδάκι, σκέτο , χωρίς ρακί ,

να που το βότσαλο,

το ατημέλητο βοτσαλάκι,

είχε τραπεί σε έργο τέχνης χειρών ανθρώπου,

το χάϊδευα , σήμερα το πρωί,

σαράντα πέντε χρόνους μετά, στο γραφείο

επάνω πάντα , μάρτυς κι ενθύμιο,

μιάς Μεγαλοβδομάδας εν αγαλλιάσει , είπαμε,

χαίρετε και αγαλλιάσθε

του καινού της αμπέλου γενήματος ως κοινωνοί ,

ευφροσύνης της θείας, με λόγια πώς ,

δεν μπορώ,

τούτο το βότσαλο ασπριδερό τα πρίν,

ζουγραφιά τα νύν,

κι ύστερα , για να ολοκληρώσω το συναξάρι

της μέρας,

τούτο το επιδέξιο στους χρωστήρες και τις μπογιές

καλογέρι, τριάντα τόσων χρόνων,

στο Κελλί του φημισμένου Διδασκάλου

της ζουγραφικής αμή και κλεινού Μαίστορος αυτής

του κυρ Διονυσίου του εκ Φουρνά των Αγράφων

κατώκησε, τα άνω ζητών,

κι ήταν εκεί , στις Καρυές του Αγιωνύμου Άθωνος,

που τον επισκέφτηκε ευλογίας χάριν

ο Γέρων Παίσιος , τι λέγω, ο Άγιος Παίσιος,

και τον παρώτρυνε,

«Ζωγράφιζε, Παπά , ζωγράφιζε»,

ατραπόν δεικνύων σωτηριώδη , ατραπό διαφυγής μέσα από τις λόχμες της ζωής,

κι ήταν μιά φυσική αποκορύφωση

αυτής της προτροπής κι ευχής

του εν Αγίοις Πατρός ημών Παισίου του Αγιορείτου

και της υπακοής σ’ αυτήν,

η έκθεση που πραγματοποιήθηκε

πρίν τρείς χρόνους

στο Σισμανόγλειο Μέγαρο στην Κωνσταντινούπολη,

εκθέσεως ζωγραφικής που διοργάνωσε

το Γενικό Προξενείο της Ελλάδος , συνεργούσης

της εν Θεσσαλονίκη Αγιορετικής Εστίας,

όπου εκτέθηκαν στα μάτια του φιλότεχνου κοινού

της Βασιλίδος των Πόλεων

πίνακες μιάς ενότητας με τον τίτλο

«Από το Άγιον Όρος στην Κωνσταντινούπολη»,

μια εξαίρετη δουλειά , πολύχρονος μόχθος,

που επαινέθηκε κι από τον τουρκικό τύπο,

κι όλα τούτα λίγους μήνες πριν από την εκδημία

του μακαριστού παπά Αναστάση ,

ιερομονάχου και Γέροντος του εν Καρυαίς

ιστορικού Κελλίου του Τιμίου Προδρόμου ,

ποιητή και συγγραφέα , μα πιότερο ζωγράφου,

κελλίου του οποίου ο Ναός είναι κατάγραφος

από αριστουργήματα τοιχογραφημένα

από τον χρωστήρα του Οσίοις Διονυσίου Διδασκάλου του εκ Φουρνά των Αγράφων, κι είναι

τούτος ο συγγραφέας του πολυτίμου έργου,

«Η Ερμηνεία της Ζωγραφικής Τέχνης»,

ενός βιβλίου που μας διέσωσε όλη την τέχνη

και την τεχνική των παλιών μαιστόρων της ζωγραφικής,

βιβλίο επανεκδόθηκε μερίμνη

του προρρηθέντος παπά Αναστάση ,

αυτού που κάποτες ωράιζε τα βότσαλα του γιαλού,

αυτού που με τον χρωστήρα του και τα χρώματά του απέδωσε με μοναδικό τρόπο

τα εν Αγίω Όρει , ως λαϊκός ζωγράφος , αμήν κι

ως απέριττος διά των χρωστήρων σχολιαστής,

ως υπομνηματιστής των αγιορείτικων δρωμένων,

και των εν Κωνσταντινουπόλει Ρωμέικων

και των εν Γοματίω της Χαλκιδικής εθίμων και παραδόσεων,

όπου υπηρέτησε φιλοχρίστως ως ιερέας !

Έσιαξα τούτο το βότσαλο,

το πλουμιστό μιάς Μεγαλοπέμπτης

Αγιονορείτικης πειστήριο, τούτο

που συγκρατεί τα χαρτιά των σημειώσεων

και τις δικογραφίες πάνω στο γραφείο ,

το ανεσπάστηκα , δι’ ευχών,

και με συνεπήρε μυστική μιά δροσιά

όστριας Αιγαιοπελαγίτικης

της Κοκκινοπέμπτης !

Καλή Ανάσταση !

Λαμπρή να ‘ναι !

Σε κλίμα βαθιάς κατάνυξης η Δοξολογία για την Αποκαθήλωση του Εσταυρωμένου στα Ιεροσόλυμα – Ελεύθερο Βήμα Σερρών – Νέα για τις Σέρρες μέσα από το e-vima.gr

Πασχαλινά δώρα στο Κέντρο Συμβουλευτικής Υποστήριξης Γυναικών από το Σωματείο Εθελοντών «Τοίχος της Καλοσύνης Δράμας» – Ελεύθερο Βήμα Σερρών – Νέα για τις Σέρρες μέσα από το e-vima.gr

Μάκης Καλλιτσάρης: Οδηγίες Κυκλοφοριακής Αγωγής για τις ημέρες του Πάσχα – Νέα Σέρρες – Εβδομαδιαία Εφημερίδα του Νομού Σερρών